Μία από τις πλέον εμβληματικές πολιτικοστρατιωτικές προσωπικότητες της Ελλάδας του 20ου αιώνα υπήρξε αναμφισβήτητα ο επονομαζόμενος λόγω της δράσης του στους Βαλκανικούς Πολέμους «Μαύρος Καβαλάρης».
Ο Νικόλαος Πλαστήρας. Μαύρο Καβαλάρη τον αποκαλούσαν διότι ήταν σκούρος στο δέρμα και πάνω στο άλογό του, ευθυτενής, όντως αντιπροσώπευε το προσωνύμιό του.
Υπήρξε, μετά την Μικρασιατική καταστροφή ο αρχηγός της Στρατιωτικής Επανάστασης του 1922 η οποία ανέτρεψε την τότε κυβέρνηση και ανάγκασε τον βασιλιά Κωνσταντίνο σε παραίτηση ώστε να τον διαδεχθεί ο γιός του Γεώργιος ο Β’, Φιλοβενιζελικός διετέλεσε τρεις φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας. Αμέσως μετά τον Πόλεμο, το 1945 αλλά και στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια μεταξύ των ετών 1950-1952. Στα μετεμφυλιακά αυτά χρόνια ήταν επικεφαλής κυβερνήσεων συνασπισμού από κόμματα του Κέντρου οι οποίες κυβέρνησαν την χώρα την πρώτη φορά για βραχύ χρονικό διάστημα μεταξύ 15 Απριλίου και 21 Αυγούστου του 1950 και μεταξύ 1ης Νοεμβρίου του 1951 και 21 Αυγούστου του 1952.
Ηγείτο της ΕΠΕΚ, της Εθνικής Προοδευτική Ένωσης Κέντρου και σύνθημά του ήταν η «Αλλαγή» την οποίο πολλά χρόνια μετά οικειοποιήθηκε και ο Ανδρέας Παπανδρέου με το ΠΑΣΟΚ. Υπάρχει μάλιστα ένα πραγματικό περιστατικό την εποχή της πρώτης πρωθυπουργίας Πλαστήρα, όταν είχε αρχίσει μάλιστα να φουντώνει σιγά σιγά το Κυπριακό
Πράγματι το 1950 η Κύπρος ζητούσε την Ένωση με την Ελλάδα. Για να διευκολύνει και η μητέρα –πατρίδα το κυπριακό αίτημα ο Εθνάρχης Μακάριος ήλθε στην Αθήνα και επισκέφτηκε τόν τότε πρωθυπουργό Νικόλαο Πλαστήρα. Αυτός άκουσε ό, τι του είπε ο Μακάριος οπότε γύρισε και του είπε τα εξής. με την ιδιότυπη προφορά του, απορρίπτοντας το κυπριακό αίτημα του: Άκους Μακαριούτατι... Αν ιρχόσουν στο πτωχικό μ’ καλυβι και μι ζητούσις να πάω να πουλεμήσω για την Κύπρο θα το ίκανα ευχαρίστως διότι είμι στρατιωτς. Αλλά ίρχεσαι στο γραφείο του πρωθυπουργού τσι Ελλάδας και μου ζητάς να κάψου την Ελλάδα, χωρίς να μπορώ να ουφελήσ’ την Κύπρο. Κάθς λοιπόν ήσυχα...».
Σ’ αυτήν την δεύτερη πρωθυπουργική θητεία του ο Πλαστήρας είχε συνεργαστεί με το κόμμα των Φιλελευθέρων που είχε επικεφαλής τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Κατά την διάρκεια της θητείας του αυτής δεν κατόρθωσε να αποτρέψει την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του που εκτελέστηκαν στις 30 Μαρτίου του 1952.
Ο Πλαστήρας θεωρήθηκε υπόδειγμα στρατιωτικού ανδρός και πολιτικού. Μάλιστα όπως γράφει χαρακτηριστικά ο εγγονός της Πηνελόπης Δέλτα ο Παύλος Ζάννας που επιμελήθηκε την Αλληλογραφία της γιαγιάς του με τον Μαύρο Καβαλάρη, «για την Δέλτα ο Πλαστήρας είναι μία ηρωϊκή μορφή, ένας αγνός πατριώτης που θα μπορούσε να πάρει μία θέση ανάμεσα στις ευγενικές μορφές που περιέγραψε η ίδια στα μυθιστορήματά της- στα χρόνια του Βουλγαροκτόνου ή του Μακεδονικού Αγώνα» (ΣΣ στον οποίο άλλωστε είχε ενεργό συμμετοχή).
Υπήρξε ο Πλαστήρας υπόδειγμα τιμίου πολιτικού, που το επιβεβαιώνει σειρά περιστατικών όπως το κατωτέρω:
Ο Νικόλαος Πλαστήρας πέθανε κυριολεκτικά στην ψάθα, που λέει και ο λαός. Εγκρατής και λιτοδίαιτος ο Μαύρος Καβαλλάρης δεν είχε μόνιμη στέγη και στεγαζόταν σε ενοικιαζόμενα διαμερίσματα.
Ο Πλαστήρας, αν και πρωθυπουργός, δεν διέθετε ιδιόκτητη κατοικία. Έμενε στο νοίκι. Κάποια μέρα ένας εκ των πλέον στενών του φίλων, ο Γιάννης Μοάτσος πήρε την πρωτοβουλία, ερήμην του Πλαστήρα και πήγε σε φίλο του τραπεζίτη για να ζητήσει δάνειο για λογαριασμό του πρωθυπουργού, προκειμένου αυτός με το δάνειο που θα του εγκρινόταν να αγοράσει ένα δικό του σπίτι. Ο διοικητής της Τράπεζα έκπληκτος που ο τότε πρωθυπουργός δεν είχε δικιά του στέγη ενέκρινε αμέσως το δάνειο, προσθέτοντας μάλιστα ότι θα το έδιναν στον Πλαστήρα με τους δυνατόν καλύτερους όρους. Ο Μοάτσος, χαρούμενος πήγε στον Πλαστήρα και του ανακοίνωσε τι είχε επιτύχει. Όμως η αντίδραση του πρωθυπουργού τον πάγωσε, διότι δεν την περίμενε: «Τι είν αυτά πλες μωρι Γιάν; είπε στον Μοάτσο με την χαρακτηριστική καρδιτσιώτικη προφορά του. Κι ιγώ με τι μούτρα θα ιβγω στου δρόμου αν μαθουνι ότι μο δώσαν δάνειου και μάλστα μι ιυνοϊκούς όρς για να πάρου σπίτ» ; Κι έσκισε τα σχετικά συμβόλαια...
Όπως ακριβώς θα έκαναν και αρκετοί σημερινοί πολιτικοί....
«Ινδιαφέρουμι ιγώ...»
Μία άγνωστη ιστορία που αφορά στον Πλαστήρα είναι η άρνηση του δημοκράτη στρατιωτικού και πολιτικού να αποδεχθεί την προσφορά των ανταρτών του ΕΛΑΣ στην Εθνική Αντίσταση, με το επιχείρημα ότι αυτοί στόχευαν στο «ξεπάστρεμα των δεξιών» και στο «κάψιμο των χωριών». Η επιχειρηματολογία αυτή έκανε τον Σιάντο να αγανακτήσει που φώναξε στον Πλαστήρα : "Δεν σας επιτρέπω να υβρίζετε τους ηρωικούς μας αντάρτες!", με τον Πλαστήρα να του ανταπαντάει "κάθισε κάτω ζαγάρι!".
Σε μία άλλη περίπτωση για την επιλογή ενός μηχανικού για τον Στρατό, πρωθυπουργός ων ο Πλαστήρας εξέταζε τις διάφορες περιπτώσεις ενδιαφερομένων που είχαν υποβάλει τις σχετικές αιτήσεις. Μέλη της επιτροπής του ψιθύριζαν πότε ότι ενδιαφερόταν ο τάδε για τον ένα και πότε ο δείνα για τον άλλον. Κάποια στιγμή βρέθηκε και μία αίτηση με κάποιον που είχε πολλά προσόντα,. Του ψιθύρισαν τότε μέλη της επιτροπής: Στρατηγέ γι’ αυτόν δεν ενδιαφέρεται κανένας. Και ο Πλαστήρας κτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι είπε, με την βλάχικη προφορά του: Ινδιαφέρουμι ιγώ...
Στις 26 Ιουλίου του 1953 ο Πλαστήρας άφηνε την τελευταία του πνοή. ΄Ήταν ήδη πολύ άρρωστος, από τις αρχές τους 1951.
Δήμαρχος Αθηναίων είναι ο Κοτζιάς ο οποίος δίνει εντολή να ετοιμαστεί η Αθήνα για τον ενδεχόμενο θάνατο του Πλαστήρα. Παραγγέλνει μάλιστα και ένα μολυβένιο φέρετρο που προοριζόταν για τον πρωθυπουργό. Το μαθαίνει ο Πλαστήρας ότι του ετοίμασαν και φέρετρο και λέει: -Σιγά που θα πεθάνω εγώ πρώτος!
Τον Νοέμβριο του ιδίου έτους πεθαίνει ο Κοτζιάς! Και ο Πλαστήρας έδωσε εντολή να βάλουν τον αποβιώσαντα Δήμαρχο, στο φέρετρο που είχαν φτιάξει, με εντολή Κοτζιά, για εκείνον!
Ο Πλαστήρας κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και με τιμές εν ενεργεία πρωθυπουργού έπειτα από εντολή του Παπάγου, που ήταν τότε πρωθυπουργός. Μία λεπτομέρεια: Ο προσωπικός γιατρός του Πλαστήρα ήταν ο Αντώνιος Παπαϊωάννου ο οποίος αφήρεσε την καρδιά του Πλαστήρα και την διατήρησε επί 27 χρόνια σε φορμόλη. Η καρδιά του Μαύρου Καβαλάρη μεταφέρθηκε το 1980 στην Καρδίτσα με τελετή στην οποία είχε πρωτοστατήσει ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Σεραφείμ.